βερέκυντες

βερέκυντες
βερέκυντες, οἱ, a Phrygian people, Str.10.3.12, 12.8.21: acc. sg.
A

Βερέκυντα A.Fr.158

; βερέκυντα βρόμον, of the Phrygian flute, S.Fr. 513:—also [full] βερέκυνται, Hsch.:—Adj. [full] βερεκύνθιος, α, ον, Phrygian, devoted to Cybele, Call.Dian.246; [full] βερεκύντιος, Hsch.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Βερέκυντες ή Βερέκυνθες — Αρχαίος φρυγικός λαός, από το όνομα του οποίου πήρε η φρυγική θεά Κυβέλη το επώνυμο Βερεκυνθία. Ο λαός αυτός κατοικούσε στα ανατολικά της Λυδίας και της Καρίας, σε περιοχές όπου στα παράλια ιδρύθηκαν οι ελληνικές αποικίες των Ιώνων …   Dictionary of Greek

  • БЕРЕКИНТЫ —    • Berecyntes,          Βερέκυντες, Βερεκύντοα, так называлось исчезнувшее впоследствии племя фригийцев, по имени которого названа богатая самшитом (buxus) страна на границе с Карией и с Лидией Berecyntius tractus (Plin. 5, 29, 29.). Слово… …   Реальный словарь классических древностей

  • κυβέλη — I Θεότητα της Φρυγίας και της Λυδίας κατά την αρχαιότητα, η λατρεία της οποίας εξαπλώθηκε και στον ελλαδικό χώρο. Επρόκειτο για ένα ανώτατο ον θηλυκού γένους, ένα ασιατικό αντίστοιχο της Μεγάλης Μητέρας Θεάς. Περιστοιχιζόταν από τον Ουρανό, τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”